Νομοθεσία για τα διατηρητέα κτήρια
Εισαγωγικές παρατηρήσεις - η νομική έννοια του διατηρητέου
Η έννοια του διατηρητέου κτηρίου απασχολεί έντονα τους ιδιοκτήτες ακινήτων, όπως και τους νομικούς για πληθώρα λόγων.
Για όσους έρχονται σε μια στενή επαφή με τα "διατηρητέα", πρέπει να υπογραμμιστούν οι εξής χρηστικές νομικές πληροφορίες:
- Η προστασία τους απορρέει από το άρθρο 24 παρ. 1, 6 του Συντάγματος.
- Η έννοια του διατηρητέου απορρέει από την πολεοδομική νομοθεσία, ενώ του μνημείου από την αρχαιολογική
- Η προστασία των διατηρητέων είναι ipso iure και a priori και διαγράφεται σχεδόν απόλυτη
- Βασικό νομικό κείμενο που ρυθμίζει τα διατηρητέα είναι ο Ν. 3028/2002. Επίσης, σε διεθνές επίπεδο εντοπίζεται η Διεθνής Σύμβαση της Γρανάδας το 1985 κυρώθηκε με τον Ν. 2039/1992. Με τη Σύμβαση της Γρανάδας προστατεύονται από την εξαφάνιση τα διατηρητέα και προσαρμόζονται σε σύγχρονες χρήσεις.
Επεμβάσεις στα διατηρητέα: γενικοί κανόνες
Ως γενικός κανόνας στα διατηρητέα τίθεται η απαίτηση πρότερης άδειας της αρμόδιας υπηρεσίας που εξευρίσκεται κατά περίπτωση. Οι επεμβάσεις πάσης φύσεως και κατ' εξαίρεση χρήσεις σε διατηρητέα επιτρέπονται μόνο με την προϋπόθεση ότι εναρμονίζονται με το χαρακτήρα του οικοδομήματος, την αρχιτεκτονική διάρθρωση και δομή του, τις κτιριολογικές και κατασκευαστικές δυνατότητές του, αποβλέπουν στην απόδειξη και διατήρηση του αισθητικού και αρχιτεκτονικού του χαρακτήρα και δεν συνεπάγονται ουσιώδη αλλοίωση της μορφής του και δεν παραβλέπουν το διατηρητέο κτίριο και τον περιβάλλοντα χώρο του. Οι σχετικές αποφάσεις της διοικήσεως πρέπει να αιτιολογούνται ειδικά (ΣτΕ 3114/1998), άλλως είναι ακυρωτέες.
Ο χαρακτηρισμός κτηρίου ως διατηρητέου σύμφωνα με την πολεοδομική νομοθεσία, δεν εξαρτάται από τη στατική του επάρκεια ούτε κωλύεται από τυχόν χαρακτηρισμό του ως επικινδύνως ετοιμόρροπου κατά το ΠΔ της 13-22.4.1929. Όπως γίνεται δεκτό, οι δύο αυτές διαδικασίες είναι αυτοτελείς και αποβλέπουν σε διαφορετικό σκοπό, η μεν πρώτη στην προστασία στο διηνεκές στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς που κρίνονται διατηρητέα, η δε δεύτερη στην προστασία του κοινού από στατικώς επικίνδυνα κτήρια. Από την κρίση επί του πρώτου ζητήματος εξαρτάται το είδος και η έκταση των επιτρεπομένων ή επιβαλλομένων επεμβάσεων στο κτήριο, συμπεριλαμβανομένης της μερικής ή ολικής κατεδαφίσεώς του, της αποκαταστάσεως ορισμένων στοιχείων του ή και της εξ ολοκλήρου ανακατασκευής του. Με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν 1577/1985 οριζόταν, εξάλλου ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας κηρύξεως κτηρίων ως διατηρητέων, η ενημέρωση των ενδιαφερομένων ιδιοκτητών, είτε με κοινοποίηση σε αυτούς της αιτιολογικής εκθέσεως, είτε με ανάρτησή της στο οικείο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα και σχετική δημοσίευση, με επιμέλεια του Δήμου ή της Κοινότητας, σε τοπική εφημερίδα ή εφημερίδα της Πρωτεύουσας του νομού (βλ. σχετικώς ΣτΕ 4221/2005).
Η κρίση της Διοίκησης πάντοτε πρέπει να φέρει ειδική αιτιολογία ως προς το αναγκαίο οποιασδήποτε επέμβασης σε διατηρητέο. Η αιτιολογία μπορεί να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου. Ήδη κατά τον ΓΟΚ του 1985, η ΥΑ χαρακτηρισμού κτηρίου/μνημείου ως διατηρητέου και επιβολής ειδικών όρων προστασίας/περιορισμών δόμησης δέον όπως είναι αιτιολογημένη. Το ίδιο ισχύει και υπό το κράτος του ΝΟΚ του 2012.
Τέλος, γίνεται δεκτό ότι οι πρόσθετοι όροι και περιορισμοί δομήσεως για διατηρητέα κτίρια τίθενται αποκαταστατικά για την διατήρηση του κρινομένου ως προστατευομένου κτιρίου και δεν έχουν αποζημιωτικό χαρακτήρα ούτε μπορεί να άγουν ποτέ σε υπέρβαση των γενικών για την περιοχή ισχυόντων όρων δομήσεως και χρήσεως (ΣτΕ 2987/1998).
Για ειδικότερα ζητήματα γύρω από το δίκαιο των διατηρητέων, θα αφιερώσω περαιτέρω μελλοντικά άρθρα.